Η Ελένη
Η Ελένη από την εφηβεία της, ήξερε να μαγειρευει και μάλιστα πολύ καλά. Επίσης γνώριζε, ότι όταν κάνεις κάτι, οτιδήποτε, με αγάπη,το αποτέλεσμα είναι αυτό που πρέπει.
Δεν θυμάται ποιος η πού έμαθε ότι μπορει να μαγειρευουν δύο άτομα το ίδιο φαγητό με την ίδια ακριβώς συνταγή και το ένα φαγητό να είναι πιο νοστιμο από το άλλο.
Ο πατέρας της ήταν τραχυς . Έτσι ,αποφάσισε να του γυαλιζει τα παππουτσια του, στην προσπάθειά της να τον πλησιάσει. Αυτός όμως ούτε το ανέφερε ποτέ. Γι’ αυτό και η Ελένη σταμάτησε να το κάνει, κουραστηκε.
Εξάλλου όλες τις δουλειές του σπιτιού, από πολύ μικρή, τις έκανε αυτή. Οι δύο της αδερφές είχαν παντρευτεί και την είχαν αφήσει μόνη. Η μητέρα της ήταν φιλασθενη και ο πατέρας της έλειπε όλη μέρα.
Δυστυχώς η Ελένη, γύρω στα 18 της αρρώστησε ψυχολογικά, ίσως κουραστηκε να δίνει. Τώρα, αυτή ήταν που περνούσε όλες τις ώρες ξαπλωμενη στο κρεβάτι. Έπαιρνε πολλά φάρμακα και όλο το εικοσιτετραωρο κοιμόταν. Τώρα πλέον η μάνα της και ο πατέρας της την φροντιζαν.
Τουλάχιστον είχε τελειώσει το λύκειο. Πέρασαν έξι μήνες και έγινε καλά. Έτσι μπόρεσε να μπει στο πανεπιστήμιο. Όμως, παρολο που έπαιρνε φάρμακα,ξαναρωστησε .Χρειάστηκε να μπει σε νοσοκομείο. Εκεί ήτανε χαλια.Αλλά, ευτυχώς, βγήκε γρήγορα.
Τη σχολή δεν την τελείωσε, γιατί δεν της άρεσε. Έτσι έπιασε δουλειά σε ένα σούπερ μαρκετ. Εκεί της άρεσε αρκετά, γιατί είχε επαφή με τον κόσμο. Εκεί έκανε ότι ήξερε, να δουλεύει με αγάπη.
Όμως, έκανε ένα λάθος. Σταμάτησε να παίρνει φάρμακα. Έτσι, άρχισε μια σειρά από εγκλεισμους σε ψυχιατρεια.
Σήμερα η Ελένη, στα τριάντα της χρόνια πηγαίνει σε κάτι ομάδες ψυχοθεραπειας και περνάει δημιουργικα τις ώρες της. Δεν ντρεπεται που δεν δουλεύει, γιατί ξέρει ότι ακόμα δεν μπορεί. Αλλά και ποτέ να μην μπορέσει, είναι ευχαριστημενη από αυτές τις ομάδες, και σε ότι κανει,βάζει αγάπη.
Νίκη