Συγγραφικό καφενείο
“Επιστροφή στο χωριό.”
Η Μαρίνα έμενε μόνιμα στην Αθήνα και εργαζόταν σε μία μεγάλη διαφημιστική εταιρεία.Η ζωή της κυλούσε ήρεμα με πολλές ώρες καθημερινής εργασίας στην εταιρεία που δούλευε.Ο χρόνος που της έμενε για την προσωπική της ζωή ήταν πολύ περιορισμένος και έτσι αυτή την περίοδο δεν είχε κάποια σχέση.Ωστόσο,πάντα έβρισκε λίγο χρόνο για να συναντηθεί με τους φίλους της που τους θεωρούσε σαν οικογενειά της και να περάσει λίγες ευχάριστες ώρες μαζί τους.
Το καθημερινό πρόγραμμα της Μαρίνας ήταν δουλειά-σπίτι και τα σαββατοκύριακα μία-δύο έξοδοι για καφέ με τους φίλους της.Η Μαρίνα όταν γύριζε στο σπίτι της για καφέ μετά την δουλειά ένιωθε πολύ κουρασμένη και το μόνο που ήθελε ήταν να φάει κάτι,να δει κανένα έργο στην τηλεόραση και μετά πήγαινε κατευθείαν για ύπνο.Υπήρχαν στιγμές,που η Μαρίνα ένιωθε πολύ μοναξιά και τότε κατέφευγε στην συντροφιά ενός βιβλίου από τα πολλά που είχε στο σπίτι της.
Αυτή η ρουτίνα της καθημερινότητας και οι έντονοι ρυθμοί στους οποίους δούλευε είχαν αρχίσει να κουράζουν την Μαρίνα.Είχε την ανάγκη να κάνει κάτι διαφορετικό από τα συνηθισμένα,όπως για παράδειγμα να πάει διακοπές σ’ένα όμορφο μέρος.Είχε αποφασίσει ότι ήθελε να κάνει κάποιες αλλαγές στον τρόπο ζωής της και να αφιερώσει περισσότερο χρόνο στον εαυτό της,κάνοντας πράγματα που την ευχαριστούσαν πραγματικά.
Συγκεκριμένα,αποφάσισε να ζητήσει μία άδεια από την δουλειά της για να πάει σ’ένα μέρος που αγαπούσε πολύ,στο χωριό της.Και μόνο,η σκέψη της προετοιμασίας και το ταξίδι που θα έκανε για να πάει στο χωριό της,την γέμιζαν με πολλά θετικά συναισθήματα.Στο χωριό της θα συναντούσε τόσους πολλούς αγαπημένους της ανθρώπους,την οικογενειά της που έμενε εκεί,καθώς και αρκετούς φίλους της.
Η Μαρίνα θα έφευγε σε λίγες μέρες για το χωριό της και ήταν πολύ χαρούμενη γι’αυτό.Είχε τακτοποιήσει όλες τις επαγγελματικές εκκρεμότητες της στη δουλειά και όλα ήταν έτοιμα για την αναχωρησή της.Μία μέρα πριν είχε φτιάξει και τα πραγματά της που θα έπαιρνε μαζί της και ανυπομονούσε να ξεκινήσει το ταξίδι για το χωριό της.
Μετά από αρκετές ώρες ταξιδιού,έφτασε στο χωριό της και κατευθύνθηκε με το αυτοκινητό της στο πατρικό της σπίτι.Οι γονείς της και η αδερφή της την υποδέχτηκαν με πολύ μεγάλη χαρά και μόλις την είδαν την αγκάλιασαν.Μετά καθίσαν όλοι μαζί στο σαλόνι και συζητούσαν δίπλα στο αναμμένο τζάκι,τα νέα τους.
Λίγες ώρες αργότερα,η Μαρίνα πήρε ένα τηλέφωνο την κολλητή της φίλη,την Χρύσα για να κανονίσουν να βρεθούνε από κοντά και να πάνε για κανένα ποτό το βράδυ.Πράγματι,οι δύο φίλες συναντηθήκανε το βράδυ και πήγαν σ’ένα πολύ ωραίο μαγαζί στην πλατεία του χωριού.Αφού παραγγείλανε,έλεγε η μία στην άλλη ιστορίες από την καθημερινοτητά τους.Λίγη ώρα αργότερα,προστέθηκε στην παρέα τους και ένας άλλος φίλος τους,ο Κωνσταντίνος.Οι τρεις φίλοι περνούσαν πραγματικά πολύ ωραία και απολάμβαναν ο ένας την παρέα του άλλου.
Το πρόσωπο της ημέρας,ήταν βέβαια η Μαρίνα,καθώς είχε πολύ καιρό να έρθει στο χωριό και τόσο η Χρύσα όσο και ο Κωνσταντίνος την “βομβάρδιζαν” συνεχώς με ερωτήσεις για να μάθουν πως τα περνούσε στην Αθήνα.Η ώρα πέρασε ευχάριστα και αργά το βράδυ η παρέα έφυγε από την καφετέρια.Η Μαρίνα γύρισε στο σπίτι της και κάθισε για λίγη ώρα στο σαλόνι δίπλα στο τζάκι για να συζητήσει με την αδερφή της,την Φωτεινή.
Οι δύο αδερφές ήταν πολύ αγαπημένες και έλεγαν τα δικά τους νέα για αρκετή ώρα.Οι επόμενες μέρες,κύλησαν ήρεμα και η Μαρίνα έβγαινε για καφέ με την οικογενειά της και τους φίλους της σχεδόν κάθε μέρα,μέχρι να φύγει από το χωριό.
Τελικά,έφτασε και η μέρα εκείνη που είχε τελειώσει η άδεια της Μαρίνας από την δουλειά της και έπρεπε να γυρίσει στην Αθήνα.Στην διαδρομή της επιστροφής στην πόλη,η Μαρίνα ένιωθε πραγματικά πολύ χαρούμενη και με “γεμάτες τις μπαταρίες της” από τις διακοπές στο χωριό της.Αυτό το μικρό ταξίδι που είχε κάνει στο χωριό της ήταν πραγματικά ένα “δώρο” που είχε προσφέρει στον εαυτό της.Την είχε ανανεώσει πολύ και τώρα ένιωθε ότι επέστρεφε στην Αθήνα με νέες δυνάμεις που χρειάζονταν στην απαιτητική καθημερινοτητά της.Αυτή η μικρή επιστροφή στο χωριό ήταν πλέον για την Μαρίνα, η αφετηρία για ένα μέλλον πολύ πιο αισιόδοξο και καλύτερο!
Μαρία.