Υπερανάλυση: η τέχνη να δημιουργείς προβλήματα που δεν υπάρχουν

Είναι Παρασκευή πρωί. Άργησα. Σήμερα έχουμε ένα σημαντικό meeting, πρέπει να είμαι στο γραφείο πριν τις 8. Τρέχω να προλάβω. Είμαι στην πόρτα όταν ακούω το Γιάννη: Μην αργήσεις το βράδυ αγάπη, θέλω να μιλήσουμε.
…και ξεκινά ο Γολγοθάς μου.
Τι μου είπε τώρα;;;;; Χωρίζουμε;;;
Ακούω την καρδιά μου να χτυπάει. Έγινε κάτι;
Γιατί περίμενε τελευταία στιγμή να μου το πει;
Οδηγώ και ταυτόχρονα περνούν αστραπιαία τα τελευταία 2ωρα από το μυαλό μου. Τι είπα, τι είπε….
Μπαίνω στο γραφείο και σκέφτομαι τι πήγε στραβά. Κάνω υποθέσεις για το τι μπορεί να θέλει να μου πει. Μπαίνω στο meeting αλλά ουσιαστικά απουσιάζω. Δε βλέπω την ώρα να βγω να πάρω την κολλητή μου τηλέφωνο.
Ουφ, διάλειμμα. Παίρνω όποιον είναι διαθέσιμος και ταυτόχρονα συνεχίζω να κάνω σενάρια. Να προετοιμαστώ για το χειρότερο που έρχεται. Τελικά, είμαι σίγουρη πλέον ότι κάτι κακό θέλει να μου πει. Θέλει να χωρίσουμε….. Οπότε πρέπει να προετοιμαστώ για αυτό το ενδεχόμενο…. Που μυαλό για δουλειά.
Έχω άγχος, πονάει το στομάχι μου και θέλω να βάλω τα κλάματα.
Και κάπου εκεί έχασα τη μπάλα…..
Γιατί έχουμε την τάση να αναλύουμε τα πάντα; Τι κερδίζουμε όταν παίζουμε ξανά και ξανά στο μυαλό μας την ίδια ταινία; Γιατί κάνουμε τόση φασαρία μέσα στο κεφάλι μας γνωρίζοντας ότι θα φτάσουμε στα ίδια συμπεράσματα;
Αρχικά, για να κατανοήσουμε καλύτερα τα κίνητρα των άλλων, να ερμηνεύσουμε και να νοηματοδοτήσουμε καταστάσεις και συμπεριφορές, να αποφύγουμε λάθη του παρελθόντος και αφού προβλέψουμε την έκβαση μελλοντικών γεγονότων, να είμαστε προετοιμασμένοι. Να είμαστε προετοιμασμένοι για τα πάντα. Γιατί η ζωή έχει εκπλήξεις. Και δεν αντέχουμε τις εκπλήξεις, Δεν αντέχουμε να μην έχουμε τον έλεγχο.
Προφανώς έχουμε την ψευδαίσθηση ότι με αυτόν τον τρόπο ελέγχουμε τα πάντα, θωρακίζοντας τον εαυτό μας από τον πιθανό πόνο. Έτσι, καταλήγουμε να εξαντλούμαστε σε ατέρμονες εσωτερικούς διαλόγους επειδή δεν αντέχουμε την ησυχία μέσα στο κεφάλι μας. Αποτέλεσμα: όσο πιο πολύ αναλύουμε, τόσο πιο πολύ χάνουμε τον έλεγχο της σκέψης μας.
Η υπερανάλυση είναι σαν το στατικό ποδήλατο. Συνεχώς κινείται αλλά δεν μας πάει πουθενά.
Αν σκεφτεί κανείς ότι τον περισσότερο χρόνο τον περνάμε μέσα στο κεφάλι μας, τότε ας φροντίσουμε να είναι ένας όμορφος τόπος. Σταματήστε να σκέφτεστε. Πάρτε τον έλεγχο της σκέψης σας. Πως;
Συνειδητοποιήστε ότι δεν μπορείτε να ελέγξετε τα πάντα. Για να ελέγξετε τα πάντα πρέπει να έχετε δει όλα μα όλα τα πιθανά σενάρια εκ των προτέρων, πράγμα αδύνατον.
Ονομάστε αυτό που αισθάνεστε. Δεν υπάρχουν αρνητικά και θετικά συναισθήματα αλλά αρνητικές ή θετικές ερμηνείες που δίνουμε σε αυτά. Αντί να αγνοείτε τα συναισθήματα, αναγνωρίστε τα και αποδεχτείτε τα. Είναι λιγότερο τρομακτικά από όσο νομίζατε.
Αποσπάστε την προσοχή σας. Στρέψτε την προσοχή σας σε ένα θετικά φορτισμένο ερέθισμα. Έναν θετικό άνθρωπο, ένα βιβλίο, ένα τραγούδι, μια άσκηση.
Επαναξιολογήστε το πρόβλημα. Αναρωτηθείτε. Σε ένα χρόνο από σήμερα πόση σημασία θα έχει αυτό; Αν η απάντηση είναι καμία, τότε μην χάνετε άλλο χρόνο και ενέργεια.
Βάλτε όρια στις σκέψεις σας. Δεν θα σας βοηθήσει αν σκέφτεστε επί μακρόν το πρόβλημά σας. Αποφασίστε πόσο χρόνο αξίζει να θυσιάσετε για να σκεφτείτε το πρόβλημα. Μόλις περάσει αυτό το χρονικό όριο, περάστε στη δράση.
Δεν είναι όλες οι στιγμές κατάλληλες για να σκεφτείτε και να λύσετε ένα πρόβλημα. Όταν νυστάζετε, όταν είστε κουρασμένοι, όταν πεινάτε, πείτε στον εαυτό σας: αυτή η στιγμή δεν είναι κατάλληλη. Εξάλλου, το πρόβλημα δεν θα φύγει αν περιμένετε λίγες ώρες. Αν πάλι φύγει, τότε δεν χρειαζόταν να σας απασχολήσει εξ αρχής.
Μην επενδύετε υπερβολικό χρόνο στην ανάλυση. Μπορεί να αρχίσετε να πιστεύετε αυτά που σκέφτεστε, όχι γιατί είναι αλήθεια αλλά επειδή δεν θέλετε να πάει χαμένη τόση ενέργεια που σπαταλήσατε.
Αναγνωρίστε ότι κάνετε σενάρια. Ρωτήστε τον εαυτό σας: Ποιο είναι το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί; Με αυτό τον τρόπο έχετε να αντιμετωπίσετε ένα συγκεκριμένο φόβο, όχι κάτι αόριστο που γέννησε το μυαλό σας.
Επικεντρωθείτε στη λύση, όχι στο πρόβλημα. Αναρωτηθείτε: Μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό; Αν η απάντηση είναι ναι, μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό, τότε σταματήστε να σκέφτεστε το πρόβλημα και επικεντρωθείτε στο τι μπορείτε να κάνετε για να το λύσετε. Αν πάλι η απάντηση είναι όχι, δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό, τότε σταματήστε να σκέφτεστε το πρόβλημα αφού έτσι κι αλλιώς δεν μπορείτε να κάνετε κάτι γι’ αυτό.

Η Εύη Λιάκου γεννήθηκε στην Δεσκάτη Γρεβενών και σπούδασε ψυχολογία στο Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εκπαιδεύτηκε στη Γνωσιακή, Συμπεριφορική, Προσωποκεντρική και στη Συνθετική προσέγγιση, όπως και στην αντιμετώπιση και κοινωνική επανένταξη ανηλίκων παραβατών και στο σχεδιασμό δράσεων ψυχοκοινωνικής στήριξης θυμάτων παράνομης διακίνησης και εμπορίας σε Εθνικό και Διεθνές επίπεδο.
Επίσης, εκπαιδεύτηκε στην Εγκληματολογική ψυχολογία με αντικείμενο τη μελέτη του εγκλήματος ως πολυπαραγοντικού κοινωνικού και ψυχολογικού φαινομένου και στην Ψυχοπαθολογική εκτίμηση & Διάγνωση.
Είναι κάτοχος Μεταπτυχιακού τίτλου στην Οργανωτική και Οικονομική Ψυχολογία από το Πάντειο Πανεπιστήμιο και υποψήφια Διδάκτωρ ψυχολογίας. Υπήρξε μέλος διευρωπαϊκής επιτροπής στη διερεύνηση προγραμμάτων εκπαίδευσης και αυτόνομης διαβίωσης ΑμεΑ στην Αυστρία, Γαλλία και Γερμανία και στην υλοποίησή τους στην Ελλάδα.
Από το 1999 μέχρι σήμερα εργάζεται ως ψυχολόγος και παράλληλα συνεργάζεται με κέντρα προσαρμογής και διημέρευσης ατόμων με αναπηρίες και ψυχικές διαταραχές. Από το 2009 έως και σήμερα είναι μέλος της εκπαιδευτικής ομάδας στο μετεκπαιδευτικό σεμινάριο Κλινικής Ψυχοπαθολογίας «Παναγιώτης Ουλής» της Α΄ Ψυχιατρικής κλινικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ).
Επιστημονικά τεκμηριωμένο άρθρο με παροχή πρακτικών/πραγματικών παροτρύνσεων, εξαιρετική προσέγγιση!!!