ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ
Απόσπασμα από το ” the winner “
Περπάταγε με τον αγαπημένο του πατέρα, αυτόν τον θαυμάσιο και αγνό άνθρωπο, στους δρόμους της πολύβουης πόλης με την καρδιά του σφιγμένη. Ένας πικρός κόμπος ήρθε και κάθησε στον λαιμό του. Ήξερε, πλέον, ότι αποχωριζόταν την παλιά του ζωή κι άφηνε πίσω όλα όσα αγαπούσε μέχρι τότε. Την πόλη του, τους φίλους του, την οικογένειά του. Αυτόν τον πολυαγαπημένο και σεμνό πατέρα που τον κράταγε πάντα στην αγκαλιά του με λαχτάρα, ψυθιρίζοντας απαλά στ αυτί του, “καμάρι μου!”, “ήλιε μου!” Βούρκωσε, γύρισε από την άλλη, δεν ήθελε να τον δει ο πατέρας. Κοίταξε τα μαγαζιά κατά μήκος του δρόμου, τις βιτρίνες, τα ακριβά πράγματα. Του δημιουργούσαν μια αλλόκοτη και ανάμικτη αίσθηση απώθησης και σαγήνης ταυτόχρονα. Άγνωστα αντικείμενα προς αυτόν, ξένα προς την ψυχή του και την ιδιοσυγκρασία του. Πανάκριβα ρούχα, κοστούμια, γραβάτες, παπούτσια, ηλεκτονικά και ακριβά είδη γραφείου. Τον καλούσαν γεμάτα υποσχέσεις για μια ζωή άλλη, λαμπερή, την οποία δεν μπορούσε καν να φανταστεί ότι υπήρχε. Τι έπρεπε όμως να δώσει από τον εαυτό του για να την αποκτήσει? Χρήματα? Ήξερε πως έπρεπε να δώσει και κάτι παραπάνω. Τα χρήματα από μόνα τους δεν έφταναν. Έπρεπε να δώσει κάτι από τον εαυτό του, κάτι πολύτιμο, αυτή θα ήταν η συμφωνία. Έσφιξε το χέρι του πατέρα του ο οποίος γύρισε και τον κοίταξε γλυκά σαν να καταλάβαινε. Μια σκέψη πέρασε από το μυαλό του, σαν να αναγνώρισε και να κατανόησε ότι για να επιτελέσει αυτόν τον εσωτερικό σκοπό που τον καλούσε, όσο θυμόταν τον εαυτό του, έπρεπε να περάσει απ αυτήν την πόλη. Να ζήσει εδώ, να κάνει εμπειρίες και να μάθει. Σαν μεγάλη δασκάλα, αυτή, θα τον δίδασκε και θα τον οδηγούσε σ αυτά για τα οποία ήταν προορισμένος. Η ιδέα και η αναγνώριση, έστω ως μια αμυδρή αίσθηση, ότι έχει σκοπό και προορισμό τον ησύχασε, αισθάνθηκε ασφαλής. Ένιωσε ότι ήταν εκεί ο εαυτός του, ορατός μέσα του, και σταθερός και ότι δεν θα χανόταν. Οι βιτρίνες και τα αντικείμενα έπαψαν πλέον να έχουν δύναμη πάνω του κι απέκτησαν άλλο νόημα.
Δεν τον μαγνήτιζαν πλέον αλλά ούτε τον απωθούσαν. Έγιναν άψυχα εργαλεία τα οποία ίσως χρησιμοποιούσε κάποια στιγμή για να φτάσει σ αυτόν τον άγνωστο προορισμό, το ταξίδι του οποίου μόλις τώρα ξεκινούσε. Αυτός ο άγνωστος προορισμός έγινε πλέον ένα ζωντανό εσωτερικό κάλεσμα. Ένα αντικείμενο σαγήνης που τον μαγνήτιζε.