ΔΑΙΜΟΝΙΣΜΕΝΟ ΣΠΙΤΙ
Ο Τζειμς Ουαν ειναι σκηνοθέτης τέτοιας τεχνικής που μπορεί να κάνει μια κλασσική ταινία στοιχειωμένου σπιτιού να φαίνεται τόσο τρομακτική. «Το Κάλεσμα 2» τοποθετείται χρονικά στο 1977 δηλαδή επτά χρόνια μετά την εμφάνιση φαντασμάτων που έβαλαν την Άμιτιβιλ στον χάρτη ως την νέα πρωτεύουσα της παραφυσικής μανίας.
Ο Εντ και η Λωραίην Ουώρεν οι ερευνητές παραφυσικών φαινομένων που απέκτησαν φήμη με την περίπτωση Άμιτιβιλ, ξαναέρχονται από την μεγάλη επιτυχία του 2013 «Το Κάλεσμα» και αυτήν την φορά ψάχνουν τα ανατριχιαστικά πράγματα που συμβαίνουν σε ένα διαμέρισμα στο Βόρειο Λονδίνο, που παίζει τον ρόλο μιάς βρετανικής εκδοχής του δαιμονισμένου σπιτιού της Άμιτιβιλ.
Στο «Κάλεσμα 2» ο Ουαν αφηγείται την ιστορία της Πέγκυ Χώτζσον μιάς διαταραγμένης μητέρας και των τεσσάρων παιδιών της, τα οποία απειλούνται από πνεύματα που δεν πέθαναν. Εδώ ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί πολλά από τα συνηθισμένα τρικ των ταινιών τρόμου. Υπάρχουν πολλά δυνατά χτυπήματα στις πόρτες που μοιάζουν να έρχονται από την κόλαση. Υπάρχει ένας γέρος με όψη νεκρού που εμφανίζεται όταν δεν τον περιμένεις. Και πάλι φυσικά υπάρχει η κατοχή από δαιμονικά πνεύματα, ένα πράγμα που πολλοί θεατές φαίνεται να παίρνουν πολύ σοβαρά υπ΄ όψιν. Αλλά όμως να ξαναγυρίσει κανείς τον «Εξορκιστή» 43 χρόνια μετά είναι σαν να ξαναφοράει ένα παλιό ρούχο. Όμως ο Ουάν βασίζεται στην ιδέα ότι το ρούχο είναι τόσο παλιό ώστε να είναι ξανά της μόδας.
Όλα αυτά τα παλιά έπιπλα και η κόρη προεφηβικής ηλικίας και η διαβολική ηλεκτρομαγνητική φωνή αθροιζόμενα, δημιουργούν κατά κάποιον τρόπο έναν φόβο «ρετρό». Το κοινό φαίνεται ότι είναι έτοιμο να ενδώσει σ΄ αυτόν τον «μπαρόκ» τρόμο, χωρίς να το νοιάζει το ότι βλεπει μια επανάληψη.
Το «Κάλεσμα 2» εύκολα μας διασκεδάζει γιατί ο Ουάν έχει ένα χάρισμα που οι περισσότεροι σκηνοθέτες ταινιών τρόμου σήμερα δεν έχουν. Έχει αίσθηση του κοινού με την έννοια ότι καταφέρνει και πιάνει τον ρυθμό και τον παλμό του κοινού σε σημείο που κάποιες φορές να νομίζεις ότι ελέγχει και τις ανάσες του. Στέλνει την κάμερα με ταχύτητα πάνω σε διαδρόμους με πατώματα που τρίζουν και σε δωμάτια γεμάτα κρεβάτια. Επίσης είναι μεγάλος μάστορας του timing και παίζει με το κοινό δίνοντάς του λόγου χάριν ένα παιδικό παιγνίδι (πυροσβεστικό όχημα) που αρχίζει να κινείται μόνο του. Μόλις πιστέψει ο θεατής ότι η απειλή πέρασε, στο κενό ησυχίας που δημιουργείται, τρομάζει ακόμη πιό πολύ.
Στο «Κάλεσμα 2» ο Ουάν χρησιμοποιεί το αγαπημένο του αντικείμενο – φετίχ που είναι τα πρόσωπα. Το πρόσωπο που κοιτάζει μέσα από ένα παράθυρο, που κοιτάζει μέσα στο σκοτάδι κ.ο.κ. Φαίνεται να πιστεύει ότι το μόνο που χρειάζεται μια ταινία τρόμου είναι ένα τρομακτικό πρόσωπο. Στην περίπτωση του Λονδίνου τα φαντάσματα δίνουν το παρόν όταν καταλαμβάνουν την μικρότερη κόρη της Πέγκυ, την αθώα Τζάνετ. Σκίζουν τα καλύματα του κρεβατιού, γυρίζουν ανάποδα τους σταυρούς στον τοίχο και στο τέλος μιλάνε μέσω της μικρής. Τότε είναι που έρχονται οι Ουώρεν. Η ιστορία γίνεται μεγάλο θέμα στις ειδήσεις. Είναι άραγε αληθινά γεγονότα ή απάτη;
Το μυστικό όπλο της ταινίας «Το Κάλεσμα 2» είναι ότι είναι μιά ταινία τρόμου που κάνει ταυτόχρονα ένα ευαγγελικό κήρυγμα. Ο Ουίλσον που παίζει τον Εντ Ουώρεν έχει εμφάνιση ευαγγελιστή τηλεοπτικού σταρ, με το αμάνικο πουλόβερ και την γραβάτα. Ένα μεγάλο ατού αυτών των ταινιών είναι ότι σε μιά εποχή που δέν θεωρείται πολιτικά ορθό να ακούγεται το όνομα του Χριστου, οι πρωταγωνιστές είναι τόσο φανερά καλοί Χριστιανοί.
Όλα αυτά βέβαια μας πηγαίνουν πίσω στον «Εξορκιστή», ένα έργο όπου το σώμα μιας δωδεκάχρονης κοπέλας γίνεται πεδίο μάχης ενός θρησκευτικού πολέμου και η πιό διάσημη φράση του είναι ότι «η δύναμη του Χριστού σε οδηγεί». Στο «Κάλεσμα 2» ο Εντ φέρει έναν σταυρό στο λαιμό και το πιό σημαντικό είναι ότι η ταινία υπαινίσσεται χωρίς να το λέει ανοιχτά ότι οι Ουώρεν έχουν την μανία με τα φαντάσματα εξ αιτίας της πίστεώς τους και έτσι δυναμώνουν τα ρεύματα του φόβου και μετά της ανακούφισης.
Σε ένα πρώτο επίπεδο το «Κάλεσμα 2» είναι μιά καλή ταινία για τα multiplex σινεμά. Όμως σε ένα δεύτερο επίπεδο προσφέρει στους θαυμαστές του μια βοηθητική επαναβεβαίωση, μαζί με τον φόβο. Αφού δηλαδή υπάρχουν κάπου δαίμονες πρέπει να υπάρχει κάπου και ο Θεός. Το κοινό έχει αποδειχθεί από πολύ παλιά, ότι είναι διατεθειμένο να πληρώσει για να δει και τα δύο.