Θα βρεις τρόπους και θα τους αγκαλιάσεις

Του Πέτρου Κεχαγιά
Ένα από τα συμπτώματα της πανδημίας είναι ο φόβος ο οποίος ξεπερνάει τα όρια της ανησυχίας για την προσβολή μας από τον ιό και πλέον προσωποποιείται σε συναθρώπους μας που έχουν νοσήσει, ή σε αυτούς για τους οποίους έχουμε μία τέτοια υποψία. Φαίνεται πως ένα νέο είδος στερεότυπου διαμορφώνεται και στρέφεται εναντίον των νοσούντων και των ευάλωτων ομάδων, η πιο αντιπροσωπευτική εκ των οποίων είναι η τρίτη ηλικία.
Από την πρώτη μέρα των περιορισμών των κινήσεων, στο πλαίσιο της μη εξάπλωσης του ιού, η ομάδα των ηλικιωμένων ήρθε στο επίκεντρο των συζητήσεών μας, της ενημέρωσης και των σκέψεων με έναν διττό τρόπο: η ομάδα την οποία πρέπει να προστατέψουμε και ταυτόχρονα, η ομάδα προς χάριν της οποίας εφαρμόστηκαν οι περιορισμοί. Αυτός ο καινούριος τρόπος αντίληψης που προέκυψε ως απότοκο της πανδημίας ενδέχεται να μας δημιουργεί συνειρμούς και συναισθήματα που πιθανόν να είναι αντιφατικά, όπως είναι η στοργή και ο θυμός.
Οι άνθρωποι μεγάλης ηλικίας πυροδοτούσαν ανέκαθεν τη τάση μας για προστασία και φροντίδα, καθώς στο μυαλό μας έχουν κατηγοριοποιηθεί ως αδύναμοι να εξυπηρετήσουν εαυτούς. Λίγο έως πολύ, κατά περίπτωση, τέτοιου είδους προκαταλήψεις (η λέξη εδώ έχει ουδέτερη χροιά) επιβεβαιώνονται και ειδικά σε δύσκολες καταστάσεις, όπως είναι οι ακραίες καιρικές συνθήκες, οι φυσικές καταστροφές, κ.ά., η έμφυτη τάση μας για προσφορά βοήθειας στους έχοντες ανάγκη βρίσκει άμεσα και εύκολα εφαρμογή. Όμως σε αυτή τη συνθήκη της πανδημίας κληθήκαμε να προστατέψουμε τους ηλικιωμένους με έναν παράταιρο τρόπο: με το να μείνουμε σε απόσταση.
Η οδηγία αυτή, όσο ορθολογική και σύμφωνη με τα επιστημονικά δεδομένα κι αν είναι, δημιουργεί μία αμηχανία σε όσους συναναστρέφονται ή φροντίζουν καθημερινά ανθρώπους μεγάλης ηλικίας. Προέκυψαν ερωτήματα για να το πώς θα τους πλησιάσουν, πως θα τους αγγίζουν, θα τους πλύνουν, θα τους δώσουν τα φάρμακα, ή θα τους χαιρετίσουν. Και ακόμη, πως θα τους αγκαλιάσουν; Για ένα μεγάλο διάστημα επικράτησε σε όσους ζουν καθημερινά με ηλικιωμένους μία άλλη μορφή φόβου: το ενδεχόμενο να τους βλάψουν άθελά τους. Οι ενδοιασμοί αυτοί φυσικά δεν έχουν μειωθεί σήμερα, αλλά θα βρίσκονται μπροστά μας, όσο διαρκεί η απειλή του ιού η οποία θα μας θυμίζει τη θνητότητα. Αυτό όμως που μας προβληματίζει είναι εάν αυτή η φυσική απόσταση που καλούμαστε να πάρουμε από τα άτομα τρίτης ηλικίας οδηγήσει σε μία σταδιακά αυξανόμενη συναισθηματική και κοινωνική απόσταση.
Το έδαφος για αυτό είναι πρόσφορο, μιας και ένα από τα δύο κυρίαρχα συναισθήματα της περιόδου που διανύουμε είναι ο θυμός μας. Τους τελευταίους μήνες λίγο-πολύ όλοι μας έχουμε πέσει πάνω φράσεις που, μεταξύ σοβαρού και αστείου, «κατηγορούν» τους ηλικιωμένους πως «εξαιτίας τους κλειστήκαμε μέσα». Παρότι τέτοιες φράσεις είναι στερεοτυπικές και πηγάζουν από την παραπληροφόρησή μας, ενισχύουν ωστόσο ένα αίσθημα που αυτή την περίοδο βρίσκεται σε περίσσια και μπορεί πολύ εύκολα να μας αποπροσανατολίσει. Είναι το αίσθημα πως κάποιος φταίει για όλο αυτό, για τα δεινά που έχουν περάσει και πιθανόν να έλθουν, κάποιος έξω από εμάς. Και όπως η ιστορία των πολιτισμών μας έχει δείξει, αυτή η τάση μετουσιώνεται με ευκολία σε θυμό ο οποίος εξίσου εύκολα στρέφεται (και) σε ευάλωτες ομάδες. Είναι επιρρεπείς οι ηλικιωμένοι σε αυτή τη στόχευση;
Σίγουρα δεν είναι ένα ερώτημα το οποίο μπορεί να απαντηθεί μέσα σε λίγες γραμμές, αλλά ανεξαρτήτως της απάντησης, θα ήθελα να θέσω έναν παράγοντα που θα λειτουργήσει κάπως «προφυλακτικά» και αυτός είναι η διατήρηση της συναισθηματικής επαφής και όσο γίνεται της σωματικής. Το παγκόσμιο κίνημα «Physical Distancing and EmotionalCloseness» έχει σα σκοπό να μας προτρέψει να διατηρήσουμε, ή και να ενισχύσουμε, τις κοινωνικές και στενές μας επαφές, διατηρώντας τις απαραίτητες αποστάσεις που απαιτούνται για την προστασία μας. Με δεδομένο πως τα ποσοστά της μοναξιάς είναι ούτως ή άλλως αυξημένα στην τρίτη ηλικία, εν μέσω της πανδημίας η μοναξιά τους μεγαλώνει. Οι μη ηλικιωμένοι, είτε για λόγους προστασίας, είτε για λόγους θυμού, κρατάμε τους ηλικιωμένους σε απόσταση. Δε θέλει πολύ αυτή να μετατραπεί από χωρική σε ψυχική.
Το αντίδοτο λοιπόν σε αυτό έρχεται μέσω της συναισθηματικής εγγύτητας, και στην παράδοξη εποχή που ζούμε, η εγγύτητα θα επιτευχθεί με παράδοξους τρόπους: μάσκα, γάντια και αντισηπτικά. Σε ποιόν αρέσει να αγκαλιάζει και να αγκαλιάζεται με ένα βαμβακερό κάλυμμα στο πρόσωπό του; Ή να χρειάζεται να φορέσει γάντια για να πιάσει ένα πρόσωπο, ή ένα χέρι; Για τους περισσότερους από εμάς είναι μπελάς να τριβόμαστε με αλκοόλη πριν και μετά από ένα άγγιγμα… όμως το απαιτούν οι περιστάσεις. Αλλά και αυτές θα περάσουν, κάποτε θα τελειώσουν.
Μπορείς λοιπόν να παρέχεις τη φροντίδα ακριβώς όπως και πριν τον ιό, με τη μόνη διαφορά την πιο πάνω παραδοξότητα. Μπορείς ακόμη και να αγκαλιάσεις τον μεγαλύτερο σε ηλικία άνθρωπο∙ τώρα σε έχει περισσότερο ανάγκη. Γιατί όταν αγκαλιάζουμε κάποιον, ο θυμός περνάει και μεταλλάσσεται σε γνήσια ανθρώπινη επαφή. Φτάνει να βρεις τον τρόπο. Και σίγουρα, θα βρεις τρόπους και θα τους αγκαλιάσεις.
Ο Πέτρος Κεχαγιάς είναι Ψυχολόγος με μεταπτυχιακή ειδίκευση στη Γνωστική Ψυχολογία και τη Νευροψυχολογία και εκπονεί τη διδακτορική του διατριβή πάνω στην Κατάθλιψη της τρίτης ηλικίας και την επίδρασή της στις εκτελεστικές λειτουργίες των ασθενών, στην Ιατρική Σχολή του Α.Π.Θ., ενώ παράλληλα είναι Επιστημονικός Συνεργάτης της Α’ Ψυχιατρικής Κλινικής Α.Π.Θ., στο Γ.Ν. Παπαγεωργίου.
Παρέχει συνεδρίες Συστημικής Ψυχοθεραπείας και Θεραπείας Εστιασμένης στις Λύσεις σε άτομα, ζευγάρια και οικογένειες, αρθρογραφεί σε ιστοσελίδες και είναι εισηγητής σε εκπαιδευτικά σεμινάρια Ψυχολογίας.